Οδηγίες προς «Αιολικούς ναυτιλομένους»

Τρεις σημαντικές παραδοχές πρόσφατων Αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας αφενός επαναπροσδιορίζουν τον δέοντα – ορθό (νομικά) τρόπο έκφρασης των ουσιαστικών επιχειρημάτων των κινήσεων – πολιτών που αντιδρούν στην εγκατάσταση Αιολικών Πάρκων και αφετέρου αναδεικνύουν με σαφή πλέον τρόπο ορισμένες νέες γραμμές άμυνας στην εντατικοποίηση (ιδίως τα τελευταία χρόνια) εγκατάστασης ανεμογεννητριών (και των συνοδών τους έργων) σε δάση και δασικές εκτάσεις, ευαίσθητα οικοσυστήματα και υψηλής αισθητικής αξίας τοπία της ελληνικής επικράτειας.
Ειδικότερα:
- Με την υπ’ αριθ. 47/2018 Απόφαση (ακαθαρόγραφη ακόμα) κρίθηκε ότι οι παρατηρήσεις – επισημάνσεις – αντιρρήσεις των περιβαλλοντικών συλλόγων ή των πολιτών (που αντιδρούν στην εγκατάσταση Α/Π) επί των ουσιαστικών πλημμελειών των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) που καταθέτουν οι εκάστοτε φορείς έργων Α.Π.Ε. (για να πετύχουν την έκδοση Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων – Α.Ε.Π.Ο.) θα πρέπει να υποβάλλονται κατά το στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης των εν λόγω Μ.Π.Ε. «…ώστε τόσο η Διοίκηση όσο και οι μελετητές να έχουν τη δυνατότητα να τις λάβουν υπόψη και, ενδεχομένως, να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για να διορθωθούν ενδεχόμενες πλημμέλειες στην ακολουθηθείσα διαδικασία πριν από τη σύνταξη του τελικού κειμένου των μελετών και την έκδοση της τελικής αποφάσεως περί εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία του επιμάχου έργου…».Διαφορετικά, το ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα να τις λάβει υπόψη του «…Και τούτο ανεξαρτήτως του εάν οι επισημαινόμενες με τους λόγους αυτούς παραλείψεις, και αληθείς υποτιθέμενες, θα μπορούσαν να οδηγήσουν όλες αναγκαίως σε ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων ή του εάν οι λόγοι αυτοί προβάλλονται παραδεκτώς το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου με την αίτηση ακυρώσεως…».
- Πρόσθετα, στην υπ’ αριθ. 1542/2017 Απόφαση του κρίθηκε ρητά ότι:«…Προαπαιτούμενο δε της επιστημονικής εγκυρότητας της υποβαλλόμενης προς έγκριση Μ.Π.Ε. είναι η συμμετοχή στην κατάρτισή της των επιστημόνων εκείνων, οι οποίοι έχουν την απαιτούμενη για την εξέταση των επιπτώσεων του έργου ή της δραστηριότητας ειδικότητα…».
Η εν λόγω κρίση αναδεικνύει το πολύ σημαντικό ζήτημα της επιστημονικής εγκυρότητας των υποβαλλόμενων Μ.Π.Ε., η οποία προκειμένου να υφίσταται θα πρέπει αυτές να συντάσσονται από τους κατ’ ειδικότητα αρμόδιους και εξειδικευμένους επιστήμονες. Δεδομένου δε ότι οι Μ.Π.Ε. εκ της υφιστάμενης νομοθεσίας οφείλουν να εξετάζουν ένα ευρύ φάσμα των χαρακτηριστικών της εκάστοτε περιοχής επέμβασης (π.χ. γεωλογικά, υδροβιολογικά, τοπιογραφικά κ.λπ.), η παρουσία όλων των αναγκαίων εκείνων ειδικοτήτων στο μελετητικό δυναμικό του φορέα του έργου αναδεικνύεται πλέον ως βασικό προαπαιτούμενο για την έγκυρη και νόμιμη σύνταξη των σχετικών Μ.Π.Ε.
- Τέλος, με την υπ’ αριθ. 696/2016 Απόφαση αποσαφηνίστηκαν τα ακραία όρια επέμβασης των αιολικών εγκαταστάσεων και των συνοδών τους έργων (οδοποιία) εντός δασών και δασικών εκτάσεων εν γένει. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι σε περίπτωση που απαιτείται για την εκτέλεση των σχεδιαζόμενων έργων η δημιουργία μεγάλου μήκους νέας ή η διαπλάτυνση νόμιμα υφιστάμενης οδοποιίας, η οποία όμως διέρχεται κυρίως από δασικές εκτάσεις, οι σχετικές Α.Ε.Π.Ο. και οι γνωμοδοτήσεις των αρμόδιων Δασικών Υπηρεσιών θα πρέπει να περιέχουν «ειδικότερη» και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, δεδομένου ότι ο περιβαλλοντικός νόμος επιτρέπει την εγκατάσταση Α/Π σε τέτοιου είδους εκτάσεις.Παρότι, δηλαδή, ήδη με σωρεία παλαιότερων Αποφάσεων του ΣτΕ (4448/2010, 1508/2008, 2569/2004 κ.ά.) είχε κριθεί ότι:
«…η εγκατάσταση αιολικών σταθμών, πρέπει να διενεργείται με την μεγαλύτερη δυνατή φειδώ και αφού προηγουμένως κριθεί αιτιολογημένως ότι η ικανοποίηση των συγκεκριμένων αναγκών που επιδιώκεται με την επέμβαση υπερτερεί της ανάγκης διαφυλάξεως της δασικής βλαστήσεως καθώς και ότι δεν υφίσταται τρόπος ικανοποιήσεως των αναγκών χωρίς αλλοίωση της μορφής εκτάσεων με δασικό χαρακτήρα (δάσους ή δασικής εκτάσεως)…»,
στην περίπτωση που οι επεμβάσεις αυτές είναι «τόσο μεγάλου μήκους» (ως προς την οδοποιία εν προκειμένω), δεν αρκεί απλή αιτιολόγηση, τουναντίον απαιτείται «ειδικότερη» και εμπεριστατωμένη αιτιολογία συνδυασμένη με τη διεξοδική ανάλυση στις υποβληθείσες Μ.Π.Ε. των εναλλακτικών λύσεων χωροθέτησης που εκ του νόμου πρέπει να έχουν εξεταστεί – ληφθεί υπόψη ενόψει της τελικής επιλογής – λύσης που προτείνεται με την εκάστοτε Μελέτη.
Βάσει των ανωτέρω (συνοπτικά αναφερόμενων εδώ) Αποφάσεων προκύπτει ευθέως ότι το ίδιο το ΣτΕ, περιγράφοντας τον «οδικό χάρτη» για την «αναζήτηση της ουσίας» των περιβαλλοντικών ζητημάτων που εγείρονται, παράλληλα θέτει τα ακραία όρια ελέγχου αφενός της ύπαρξης νόμιμης αιτιολογίας στις κρινόμενες διοικητικές αποφάσεις και αφετέρου της εκπόνησης των σχετικών Μ.Π.Ε. κατ’ επιστημονικά αποδεκτό τρόπο.